Osmanlıca-Rumca Sözlük
- Κατακρεουργ(έω)ώ
- Κατακρημνίζω
- Κατακρήμνισις
- Κατακρίνω
- Κατάκρισις
- Κατακριτέος
- Κατάκτησις
- Κατακτητής
- Κατακτ(άω)ώ
- Κατακυλίω
- Κατακυρίευσις
- Κατακυριεύω
- Κατακυρ(όω)ώ
- Κατακύρωσις
- Καταλαλιά
- Καταλαλ(έω)ώ
- Καταλαμβάνω
- Καταλέγω
- Κατάλειμμα
- Καταλείπω
- Κατάλειψις
- Καταλεπτώς
- Καταλευκαίνω
- Κατάλευκος
- Καταλήγω
- Καταληκτικός
- Κατάληξις
- Καταληπτικός
- Καταληπτός
- Κατάληψις
- Καταλλαγή
- Καταλλάκτης
- Καταλλάσσω
- Κατάλληλος
- Καταλληλότης
- Καταλογή
- Καταλογίζομαι
- Καταλογισμός
- Κατάλογος
- Κατάλοιπος
- Κατάλυμα
- Καταλυμαίνομαι
- Καταλύσιμος
- Κατάλυσις
- Καταλύω
- Καταμαρτυρ(έω)ώ
- Κατάμαυρος
- Καταμαυρ(όω)ώ
- Καταμελίζω
- Καταμέμφομαι
- Καταμερίζω
- Καταμέρισις
- Κατάμεστος
- Καταμέτρησις
- Καταμετρ(έω)ώ
- Καταμήνιος
- Καταμήνυσις
- Καταμηνύω
- Κατάμονος
- Καταναγκάζω
- Κατανάγκασις
- Καταναγκαστικός
- Καταναλίσκω
- Καταναλώσιμος
- Κατανάλωσις
- Καταναλωτής
- Καταναλωτικός
- Κατανεύω
- Κατανόησις
- Κατανο(έω)ώ
- Κατάντης
- Κατάντικρυ
- Καταντ(έω)ώ
- Κατανύγω
- Κατανυκτικός
- Κατάνυξις
- Κατανύσσομαι
- Καταξεσχίζω
- Κατάξηρος
- Κάταξις
- Καταξι(όω)ώ
- Καταπακτή
- Κατάπασμα
- Καταπάσσω
- Καταπάτησις
- Καταπάτι
- Καταπατ(έω)ώ
- Κατάπαυσις
- Καταπαυστικός
- Καταπαύω
1 8 15 22 29 36 43 50 57 64 71 78 85 92 99 106 113 120 127 134 141 148 155 162 169 176 183 190 197 204 211 218 225 232 239 246 253 260 267 274 281 288