Çağdaş Sözlük

اهوال

Osmanlıca - Rumca - اهوال maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 280 - Sira: 13

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, اهوال yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, اهوال kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει اهوال ; Ποια είναι η σημασία της λέξης اهوال ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το اهوال ; Τι εκφράζει ο όρος اهوال ; Ποια είναι η λεξική σημασία του اهوال ; Τι είναι το اهوال ; Τι σημαίνει το اهوال ; Ποια είναι η επέκταση του اهوال ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του اهوال ; Τι αντιπροσωπεύει το اهوال ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

اهوال güncel sözlüklerde anlamı:

Ehvâl ::: (a. i. hevl'in c.) : korkular, dehşetler.

Ehvâl ::: (a. i. hevl'in c.) korkular, dehşetler.