Çağdaş Sözlük

بوال

Osmanlıca - Rumca - بوال maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 371 - Sira: 16

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, بوال yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, بوال kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει بوال ; Ποια είναι η σημασία της λέξης بوال ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το بوال ; Τι εκφράζει ο όρος بوال ; Ποια είναι η λεξική σημασία του بوال ; Τι είναι το بوال ; Τι σημαίνει το بوال ; Ποια είναι η επέκταση του بوال ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του بوال ; Τι αντιπροσωπεύει το بوال ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

بوال güncel sözlüklerde anlamı:

bevvâl ::: (a. s. bevl'den.) : çok, sık sık işiyen. (bkz. : bevle).

bevvâl-i çeh-i zemzem ::: zemzem kuyusuna işeyen [yalnız şöhret kazanmak ve adı anılmak için uygunsuz bir iş yapan].