بيكار
Osmanlıca - Rumca - بيكار maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 401 - Sira: 21

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, بيكار yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, بيكار kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.
Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει بيكار ; Ποια είναι η σημασία της λέξης بيكار ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το بيكار ; Τι εκφράζει ο όρος بيكار ; Ποια είναι η λεξική σημασία του بيكار ; Τι είναι το بيكار ; Τι σημαίνει το بيكار ; Ποια είναι η επέκταση του بيكار ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του بيكار ; Τι αντιπροσωπεύει το بيكار ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης
بيكار güncel sözlüklerde anlamı:
bî-kâr ::: (f. b. s.) : 1) işsiz [kimse]. 2) bekâr.
bîkâr ::: işsiz , bekar
bî-kâr ::: (f. b. s.) 1) işsiz [kimse]. 2) bekâr.