Çağdaş Sözlük

پود

Osmanlıca - Rumca - پود maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 434 - Sira: 3

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, پود yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, پود kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει پود ; Ποια είναι η σημασία της λέξης پود ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το پود ; Τι εκφράζει ο όρος پود ; Ποια είναι η λεξική σημασία του پود ; Τι είναι το پود ; Τι σημαίνει το پود ; Ποια είναι η επέκταση του پود ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του پود ; Τι αντιπροσωπεύει το پود ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

پود güncel sözlüklerde anlamı:

pûd ::: (f. i.) : argaç, dokumada enli-lemesine atılan atkı. Târ u pûd : arış ile argaç.

pûd ::: argaç , dokumada enine dokunulan ip

pûd ::: ‬argaç

pûd ::: dokumada enine dokunulan ip

pûd ::: (f. i.) argaç, dokumada enli-lemesine atılan atkı. Târ u pûd : arış ile argaç.