Çağdaş Sözlük

درمان

Osmanlıca - Rumca - درمان maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 777 - Sira: 7

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, درمان yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, درمان kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει درمان ; Ποια είναι η σημασία της λέξης درمان ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το درمان ; Τι εκφράζει ο όρος درمان ; Ποια είναι η λεξική σημασία του درمان ; Τι είναι το درمان ; Τι σημαίνει το درمان ; Ποια είναι η επέκταση του درمان ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του درمان ; Τι αντιπροσωπεύει το درمان ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

درمان güncel sözlüklerde anlamı:

derman ::: (f. i.) : 1) ilâç. 2) çâre. 3) takat, kuvvet, güc.

dermân ::: ilaç , çare , güç , takat

dermân ::: ‬ilaç

dermân ::: çare

dermân ::: güç

derman ::: (f. i.) 1) ilâç. 2) çâre. 3) takat, kuvvet, güc.