دوخته
Osmanlıca - Rumca - دوخته maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 795 - Sira: 15
TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, دوخته yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, دوخته kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.
Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει دوخته ; Ποια είναι η σημασία της λέξης دوخته ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το دوخته ; Τι εκφράζει ο όρος دوخته ; Ποια είναι η λεξική σημασία του دوخته ; Τι είναι το دوخته ; Τι σημαίνει το دوخته ; Ποια είναι η επέκταση του دوخته ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του دوخته ; Τι αντιπροσωπεύει το دوخته ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης
دوخته güncel sözlüklerde anlamı:
Dûhte ::: (f. s.) : 1) iğne ile dikilmiş. 2) sağılmış.
Dûhte ::: (f. s.) 1) iğne ile dikilmiş. 2) sağılmış.