Çağdaş Sözlük

ديانتكار

Osmanlıca - Rumca - ديانتكار maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 809 - Sira: 6

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, ديانتكار yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, ديانتكار kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει ديانتكار ; Ποια είναι η σημασία της λέξης ديانتكار ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το ديانتكار ; Τι εκφράζει ο όρος ديانتكار ; Ποια είναι η λεξική σημασία του ديانتكار ; Τι είναι το ديانتكار ; Τι σημαίνει το ديانتكار ; Ποια είναι η επέκταση του ديانتكار ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του ديانتكار ; Τι αντιπροσωπεύει το ديانتكار ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

ديانتكار güncel sözlüklerde anlamı:

diyânet-kâr ::: (a. f. b. s.) : dindarlıkta gayretli olan.

diyânet-kâr ::: (a. f. b. s.) dindarlıkta gayretli olan.