سكر
Osmanlıca - Rumca - سكر maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 915 - Sira: 25
TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, سكر yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, سكر kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.
Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει سكر ; Ποια είναι η σημασία της λέξης سكر ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το سكر ; Τι εκφράζει ο όρος سكر ; Ποια είναι η λεξική σημασία του سكر ; Τι είναι το سكر ; Τι σημαίνει το سكر ; Ποια είναι η επέκταση του سكر ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του سكر ; Τι αντιπροσωπεύει το سكر ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης
سكر güncel sözlüklerde anlamı:
Sükker ::: (a. i.) : şeker. Tebevvül-i sükker : şeker işeme.
sükker-i ineb ::: glikoz veya levülozT sükker-i mükerrer : nöbet şekeri.
sekir ::: sarhoşluk
sekr ::: sarhoşluk
sükker ::: şeker
sekr ::: sarhoşluk
sükker ::: şeker