Çağdaş Sözlük

صائم

Osmanlıca - Rumca - صائم maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 1009 - Sira: 9

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, صائم yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, صائم kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει صائم ; Ποια είναι η σημασία της λέξης صائم ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το صائم ; Τι εκφράζει ο όρος صائم ; Ποια είναι η λεξική σημασία του صائم ; Τι είναι το صائم ; Τι σημαίνει το صائم ; Ποια είναι η επέκταση του صائم ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του صائم ; Τι αντιπροσωπεύει το صائم ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

صائم güncel sözlüklerde anlamı:

sâim ::: (a. s. savm'den. c. : sâimîn, sâimûn, suvvâm) : 1) oruç tutan, oruçlu. 2) i. erkek adı. [müen : "sâime" kadın adıdır]

sâim ::: oruçlu

sâim ::: ‬oruçlu

sâim ::: (a. s. savm'den. c. : sâimîn, sâimûn, suvvâm) 1) oruç tutan, oruçlu. 2) i. erkek adı. [müen :