عقم
Osmanlıca - Rumca - عقم maddesi. Cilt: 2 Sayfa: 1139 - Sira: 13
TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, عقم yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, عقم kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.
Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει عقم ; Ποια είναι η σημασία της λέξης عقم ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το عقم ; Τι εκφράζει ο όρος عقم ; Ποια είναι η λεξική σημασία του عقم ; Τι είναι το عقم ; Τι σημαίνει το عقم ; Ποια είναι η επέκταση του عقم ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του عقم ; Τι αντιπροσωπεύει το عقم ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης
عقم güncel sözlüklerde anlamı:
akam ::: (a. i.) : erkek ve dişi kısırlığı.
akm ::: (a. i.) : kısırlık, (bkz. : akam).
akm ::: kısırlık
akm ::: kısırlık
akam ::: (a. i.) erkek ve dişi kısırlığı.
akm ::: (a. i.) kısırlık, (bkz. : akam).