Çağdaş Sözlük

كفايت

Osmanlıca - Rumca - كفايت maddesi. Cilt: 2 Sayfa: 1402 - Sira: 16

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, كفايت yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, كفايت kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει كفايت ; Ποια είναι η σημασία της λέξης كفايت ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το كفايت ; Τι εκφράζει ο όρος كفايت ; Ποια είναι η λεξική σημασία του كفايت ; Τι είναι το كفايت ; Τι σημαίνει το كفايت ; Ποια είναι η επέκταση του كفايت ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του كفايت ; Τι αντιπροσωπεύει το كفايت ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

كفايت güncel sözlüklerde anlamı:

kifayet ::: (a. i.) : 1) yetişme, elverme; yeterlik. 2) iktidar, yararlık.

kifâyet ::: yeterli olma

kifayet ::: (a. i.) 1) yetişme, elverme; yeterlik. 2) iktidar, yararlık.