Çağdaş Sözlük

مبيح

Osmanlıca - Rumca - مبيح maddesi. Cilt: 2 Sayfa: 1529 - Sira: 17

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, مبيح yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, مبيح kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει مبيح ; Ποια είναι η σημασία της λέξης مبيح ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το مبيح ; Τι εκφράζει ο όρος مبيح ; Ποια είναι η λεξική σημασία του مبيح ; Τι είναι το مبيح ; Τι σημαίνει το مبيح ; Ποια είναι η επέκταση του مبيح ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του مبيح ; Τι αντιπροσωπεύει το مبيح ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

مبيح güncel sözlüklerde anlamı:

mübîh ::: (a. s.) : ibâha eden, izin veren, müsâade eden.

mübîh ::: (a. s.) ibâha eden, izin veren, müsâade eden.

Diğer Osmanlıca Sözlüklerde: