Çağdaş Sözlük

متعمد

Osmanlıca - Rumca - متعمد maddesi. Cilt: 2 Sayfa: 1557 - Sira: 15

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, متعمد yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, متعمد kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει متعمد ; Ποια είναι η σημασία της λέξης متعمد ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το متعمد ; Τι εκφράζει ο όρος متعمد ; Ποια είναι η λεξική σημασία του متعمد ; Τι είναι το متعمد ; Τι σημαίνει το متعمد ; Ποια είναι η επέκταση του متعمد ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του متعمد ; Τι αντιπροσωπεύει το متعمد ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

متعمد güncel sözlüklerde anlamı:

müteammid ::: (a. s. amd'den. c. : müteammidîn) : taammüdeden, bilerek, tasarlıyarak yapan. Gay-i müteammid : tasarlamadan yapan.

müteammid ::: (a. s. amd'den. c. : müteammidîn) taammüdeden, bilerek, tasarlıyarak yapan. Gay-i müteammid : tasarlamadan yapan.