Çağdaş Sözlük

محنت

Osmanlıca - Rumca - محنت maddesi. Cilt: 2 Sayfa: 1606 - Sira: 4

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, محنت yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, محنت kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει محنت ; Ποια είναι η σημασία της λέξης محنت ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το محنت ; Τι εκφράζει ο όρος محنت ; Ποια είναι η λεξική σημασία του محنت ; Τι είναι το محنت ; Τι σημαίνει το محنت ; Ποια είναι η επέκταση του محنت ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του محنت ; Τι αντιπροσωπεύει το محنت ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

محنت güncel sözlüklerde anlamı:

mihnet ::: (a. i. c. : mihen) : 1) zahmet, eziyet. 2) gam, keder, sıkıntı, dert. 3) belâ, musibet.

mihnet ::: zahmet , sıkıntı , dert

mihnet ::: ‬sıkıntı

mihnet ::: acı

mihnet ::: dert

mihnet ::: (a. i. c. : mihen) 1) zahmet, eziyet. 2) gam, keder, sıkıntı, dert. 3) belâ, musibet.