مكفول
Osmanlıca - Rumca - مكفول maddesi. Cilt: 2 Sayfa: 1764 - Sira: 15
![](/rsm/rum2/175/1764-15.jpg)
TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, مكفول yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, مكفول kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.
Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει مكفول ; Ποια είναι η σημασία της λέξης مكفول ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το مكفول ; Τι εκφράζει ο όρος مكفول ; Ποια είναι η λεξική σημασία του مكفول ; Τι είναι το مكفول ; Τι σημαίνει το مكفول ; Ποια είναι η επέκταση του مكفول ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του مكفول ; Τι αντιπροσωπεύει το مكفول ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης
مكفول güncel sözlüklerde anlamı:
mekfûl ::: (a. s. kefâlet'den.) : kefil olunmuş, kefil olmuş.
mekfûl-ün anlı ::: kendisine kefillik edilen kimse.
mekfûl-ün bih ::: kefalet olunan şey veya kimse.
mekfûl-ün leh ::: kefaletle alacağı te'mîn edilmiş olan alacaklı.