وارسته
Osmanlıca - Rumca - وارسته maddesi. Cilt: 2 Sayfa: 1922 - Sira: 2

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, وارسته yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, وارسته kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.
Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει وارسته ; Ποια είναι η σημασία της λέξης وارسته ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το وارسته ; Τι εκφράζει ο όρος وارسته ; Ποια είναι η λεξική σημασία του وارسته ; Τι είναι το وارسته ; Τι σημαίνει το وارسته ; Ποια είναι η επέκταση του وارسته ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του وارسته ; Τι αντιπροσωπεύει το وارسته ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης
وارسته güncel sözlüklerde anlamı:
vareste ::: (f. s.) : 1) kurtulmuş. 2) serbest, rahat, (bkz. : âzâde). 3) ilişiksiz.
vâreste ::: kurtulmuş , rahat , uzak , affedilmiş , halas bulmuş , serbest
vâreste ::: kurtulmuş
vâreste ::: rahat
vâreste ::: uzak
vareste ::: (f. s.) 1) kurtulmuş. 2) serbest, rahat, (bkz. : âzâde). 3) ilişiksiz.