وام
Osmanlıca - Rumca - وام maddesi. Cilt: 2 Sayfa: 1926 - Sira: 19

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, وام yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, وام kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.
Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει وام ; Ποια είναι η σημασία της λέξης وام ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το وام ; Τι εκφράζει ο όρος وام ; Ποια είναι η λεξική σημασία του وام ; Τι είναι το وام ; Τι σημαίνει το وام ; Ποια είναι η επέκταση του وام ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του وام ; Τι αντιπροσωπεύει το وام ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης
وام güncel sözlüklerde anlamı:
"); vâm ::: (f. i.) : borç. (bkz. : deyn).
vâm ::: borç
vâm ::: borç
vâm ::: (f. i.) borç. (bkz. : deyn).