يتيم
Osmanlıca - Rumca - يتيم maddesi. Cilt: 2 Sayfa: 2006 - Sira: 13
![](/rsm/rum2/200/2006-13.jpg)
TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, يتيم yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, يتيم kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.
Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει يتيم ; Ποια είναι η σημασία της λέξης يتيم ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το يتيم ; Τι εκφράζει ο όρος يتيم ; Ποια είναι η λεξική σημασία του يتيم ; Τι είναι το يتيم ; Τι σημαίνει το يتيم ; Ποια είναι η επέκταση του يتيم ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του يتيم ; Τι αντιπροσωπεύει το يتيم ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης
يتيم güncel sözlüklerde anlamı:
yetîm ::: (a. s. c. : eytâm, yetâmâ) : 1) yalnız, tek, eşsiz, bir tek. Dürr-i yetîm : büyük tek inci, mee. Hz. Muhammed (Alehisselâm). 2) babası veya anası-babası ölmüş [çocuk]
yetîm-Ot-tarafeyn ::: anadan babadan yetim kalmış [çocuk]