Çağdaş Sözlük

پهناور

Osmanlıca - Rumca - پهناور maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 439 - Sira: 23

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, پهناور yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, پهناور kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει پهناور ; Ποια είναι η σημασία της λέξης پهناور ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το پهناور ; Τι εκφράζει ο όρος پهناور ; Ποια είναι η λεξική σημασία του پهناور ; Τι είναι το پهناور ; Τι σημαίνει το پهناور ; Ποια είναι η επέκταση του پهناور ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του پهناور ; Τι αντιπροσωπεύει το پهناور ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

پهناور güncel sözlüklerde anlamı:

pehnâ-ver ::: (f. t. s.) : 1) solmuş, soluk. 2) (bkz. : pehnâ).

pehnâver ::: engin , geniş

pehnâver ::: ‬engin

pehnâver ::: geniş

pehnâ-ver ::: (f. t. s.) 1) solmuş, soluk. 2) (bkz. : pehnâ).