پی
Osmanlıca - Rumca - پی maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 440 - Sira: 1

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, پی yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, پی kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.
Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει پی ; Ποια είναι η σημασία της λέξης پی ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το پی ; Τι εκφράζει ο όρος پی ; Ποια είναι η λεξική σημασία του پی ; Τι είναι το پی ; Τι σημαίνει το پی ; Ποια είναι η επέκταση του پی ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του پی ; Τι αντιπροσωπεύει το پی ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης
پی güncel sözlüklerde anlamı:
"); pey ::: (f. i.) : 1) (bkz : pâ, pây). 2) iz, işaret. 3) ard, arka. (bkz. : akab). 4) pey, pey akçesi.
pey ::: (f. i.) 1) (bkz : pâ, pây). 2) iz, işaret. 3) ard, arka. (bkz. : akab). 4) pey, pey akçesi.