تعشق
Osmanlıca - Rumca - تعشق maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 525 - Sira: 13

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, تعشق yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, تعشق kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.
Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει تعشق ; Ποια είναι η σημασία της λέξης تعشق ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το تعشق ; Τι εκφράζει ο όρος تعشق ; Ποια είναι η λεξική σημασία του تعشق ; Τι είναι το تعشق ; Τι σημαίνει το تعشق ; Ποια είναι η επέκταση του تعشق ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του تعشق ; Τι αντιπροσωπεύει το تعشق ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης
تعشق güncel sözlüklerde anlamı:
taaşşuk ::: (a. i. ışk'dan) : âşık olma.
taaşşuk ::: aşık olma
taaşşuk ::: aşık olma
taaşşuk ::: (a. i. ışk'dan) âşık olma.