Çağdaş Sözlük

تعطل

Osmanlıca - Rumca - تعطل maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 525 - Sira: 20

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, تعطل yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, تعطل kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει تعطل ; Ποια είναι η σημασία της λέξης تعطل ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το تعطل ; Τι εκφράζει ο όρος تعطل ; Ποια είναι η λεξική σημασία του تعطل ; Τι είναι το تعطل ; Τι σημαίνει το تعطل ; Ποια είναι η επέκταση του تعطل ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του تعطل ; Τι αντιπροσωπεύει το تعطل ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

تعطل güncel sözlüklerde anlamı:

taattul ::: (a. i.) : işsiz kalma, işlemez olma.

taattul ::: (a. i.) işsiz kalma, işlemez olma.