Çağdaş Sözlük

دمان

Osmanlıca - Rumca - دمان maddesi. Cilt: 1 Sayfa: 791 - Sira: 19

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, دمان yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, دمان kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει دمان ; Ποια είναι η σημασία της λέξης دمان ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το دمان ; Τι εκφράζει ο όρος دمان ; Ποια είναι η λεξική σημασία του دمان ; Τι είναι το دمان ; Τι σημαίνει το دمان ; Ποια είναι η επέκταση του دمان ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του دمان ; Τι αντιπροσωπεύει το دمان ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

دمان güncel sözlüklerde anlamı:

demân ::: (f. s.) : 1) heyecanlı, hiddetli. 2) kükremiş. 3) i. bağırıp çağırma. 4) heybetli, zorlu. 5) vakit, zaman.

demân ::: (f. s.) 1) heyecanlı, hiddetli. 2) kükremiş. 3) i. bağırıp çağırma. 4) heybetli, zorlu. 5) vakit, zaman.