Çağdaş Sözlük

متعشق

Osmanlıca - Rumca - متعشق maddesi. Cilt: 2 Sayfa: 1556 - Sira: 16

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, متعشق yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, متعشق kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει متعشق ; Ποια είναι η σημασία της λέξης متعشق ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το متعشق ; Τι εκφράζει ο όρος متعشق ; Ποια είναι η λεξική σημασία του متعشق ; Τι είναι το متعشق ; Τι σημαίνει το متعشق ; Ποια είναι η επέκταση του متعشق ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του متعشق ; Τι αντιπροσωπεύει το متعشق ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

متعشق güncel sözlüklerde anlamı:

müteaşşık ::: (a. s.) : taaşşuk eden, âşık olan, delicesine seven.

müteaşşık ::: (a. s.) taaşşuk eden, âşık olan, delicesine seven.