Çağdaş Sözlük

متعسف

Osmanlıca - Rumca - متعسف maddesi. Cilt: 2 Sayfa: 1556 - Sira: 2

TÜRKÇE´DEN RUMCA´YA KAMUS-İ OSMANÎ, Yanko Hloros, 1899,, متعسف yunanca ne demek. Osmanlıca - Rumca Sözlük, Türkçe - Yunanca Sözlük, متعسف kelimesinin yunanca anlamı karşılığı nedir? Yunancada ne anlama gelir. Yunanlılar nasıl der.

Οθωμανικό-Ρωμαίικο Λεξικό , Τουρκοελληνικό Λεξικό, Τι σημαίνει متعسف ; Ποια είναι η σημασία της λέξης متعسف ; Σε ποια έννοια χρησιμοποιείται το متعسف ; Τι εκφράζει ο όρος متعسف ; Ποια είναι η λεξική σημασία του متعسف ; Τι είναι το متعسف ; Τι σημαίνει το متعسف ; Ποια είναι η επέκταση του متعسف ; Μπορείτε να εξηγήσετε τη σημασία του متعسف ; Τι αντιπροσωπεύει το متعسف ; Λεξικό της Παλιάς Κωνσταντινούπολης Ρωμαίικης

متعسف güncel sözlüklerde anlamı:

müteassif ::: (a. s.) : teassüf eden, , doğru yoldan sapan, yolsuzluk eden.

müteassif ::: (a. s.) teassüf eden, , doğru yoldan sapan, yolsuzluk eden.